- ἁμαρτωλοί
- ἁμαρτωλόςerroneousmasc/fem nom/voc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
κόλαση — Θρησκευτικός όρος· σύμφωνα με τη χριστιανική διδασκαλία, αποτελεί τον τόπο της αιώνιας τιμωρίας των αμαρτωλών ψυχών. Εκεί τιμωρούνται αιώνια οι άγγελοι που στασίασαν κατά του Θεού και όλοι οι αμαρτωλοί άνθρωποι. Η αντίληψη αυτή είναι… … Dictionary of Greek
Armatoloi — (pronounced ar ma to LEE ), (Greek plural Αρματολοί; singular Armatolos Αρματολός; also called Armatoles in English) were Greek Christian irregular soldiers, or militia, commissioned by the Ottomans to enforce the Sultan s authority within an… … Wikipedia
Aris Konstantinidis — (griechisch Άρης Κωνσταντινίδης, * 4. März 1913 in Athen; † 18. September 1993 in Athen) war ein Architekt des Funktionalismus, der als Leiter des Xenia Programms zum Bau von touristischer Infrastruktur bekannt wurde. Trotz der modernen… … Deutsch Wikipedia
Τάρταρος — (πληθυντικός τα Τάρταρα). Μυθικός τόπος στα έγκατα της Γης, που ήταν, όπως αναφέρει ο μύθος, τόσο μακριά από την επιφάνειά της όσο η ίδια από τον ουρανό. Μέσα σε αυτόν τον ανήλιο τόπο υψωνόταν το ανάκτορο της Νύχτας, που το σκέπαζαν πάντοτε… … Dictionary of Greek
μακραίνω — και μακρύνω (Α μακρύνω, Μ μακραίνω) [μάκρος] 1. δίνω σε κάτι έκταση ή διάρκεια, παρατείνω (α. «πολύ τή μάκρυνες την περιγραφή» β. «οἱ ἁμαρτωλοὶ ἐμάκρυναν τὴν ἀνομίαν αὐτῶν», ΠΔ) 2. θέτω μακριά ένα πρόσωπο ή ένα πράγμα, απομακρύνω, απωθώ, αποσύρω … Dictionary of Greek
τεκταίνομαι — ΝΜΑ, και ενεργ. τ. τεκταίνω ΜΑ [τέκτων, ονος] σχεδιάζω, επινοώ κακόβουλα, μηχανορραφώ, βυσσοδομώ (α. «δεν είχε υποψιαστεί τα όσα τεκταίνονταν» β. «ἐτεκταίνετο στάσιν») μσν. αρχ. ενεργ. τεκταίνω α) φιλοτεχνώ, κατασκευάζω με τέχνη (α. «κιβώτιον… … Dictionary of Greek
χερουβείμ — Βιβλικές φτερωτές μορφές με ανθρώπινο σχήμα, η αρχική λειτουργία των οποίων ήταν να κρατούν μακριά από τους ιερούς τόπους τους ανθρώπους που ήταν αμαρτωλοί και τα κακά πνεύματα. Γι’ αυτό στην Παλαιά Διαθήκη εμφανίζονται ως φύλακες του επίγειου… … Dictionary of Greek
Απόκρυφα — Θρησκευτικά κείμενα που συνδέονται άμεσα με την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη. Είναι γραμμένα κατά μίμηση των κανονικών βιβλίων της Αγίας Γραφής, δεν θεωρούνται όμως κανονικά. Ο όρος σήμαινε βιβλία μυστικά, κρυμμένα, γιατί θεωρούνταν τα ιερά… … Dictionary of Greek
Βολφ, Τέοντορ — (Theodor Wolf, 1868 – 1943).Γερμανός δημοσιογράφος και θεατρικός συγγραφέας. Από το 1906 ήταν αρχισυντάκτης ημερήσιας εφημερίδας του Βερολίνου. Από τα πιο αξιόλογα έργα του είναι Η καταστροφή (1892) και Αμαρτωλοί (1893). Από τα θεατρικά του… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Ιστορία (Βυζάντιο, Τουρκοκρατία) — ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΧΡΟΝΩΝ Η ιστορία του Βυζαντίου, μακρόχρονη και περιεκτική σε γεγονότα, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Οικοδομημένη πάνω στα θεμέλια ενός οργανωμένου και ισχυρού ρωμαϊκού κράτους, κατέληξε σε μια δομή καθαρά… … Dictionary of Greek